Ε.Ε

Πώς ο λαϊκισμός "περνάει" και στην εξωτερική πολιτική

https://euroobserver.gr/eu/pws-o-laikismos-pernaei-kai-stin-eksoteriki-politiki?4577 Euroobserver.gr
Πώς ο λαϊκισμός "περνάει" και στην εξωτερική πολιτική
Του David Cadier Σε μια πρόσφατη συνέντευξη Τύπου μαζί με την Marine Le Pen της Γαλλίας, ο Matte Salvini της Ιταλίας κήρυξε μια "επανάσταση της κοινής λογικής" για το 2019. Αναφερόταν στις επικείμενες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και στον υψηλό αριθμό των εδρών που ελπίζουν να κερδίσουν τα λαϊκιστικά κόμματα. Αυτή είναι μια νέα και σημαντική εξέλιξη. Έχοντας περάσει πολλά χρόνια καταγγέλλοντας τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, τα λαϊκιστικά κόμματα επιδιώκουν τώρα να τα κατακτήσουν και να τα μεταμορφώσουν, όπως έχουν κάνει σε αρκετά κράτη-μέλη. Το ερώτημα είναι πώς θα λειτουργούσε μια λαϊκιστική Ευρώπη. Αυτό είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο όταν πρόκειται για την εξωτερική πολιτική. Οι λαϊκιστές θεωρούν την πολιτική ότι από τις ρίζες της είναι οργανωμένη από την αντιπαλότητα μεταξύ των "αγνών ανθρώπων" και μιας "διεφθαρμένης ελίτ". Ως τέτοια, απορρίπτουν τον πολιτικό πλουραλισμό και γενικώς θεωρούν τη χάραξη πολιτικής ως μια κοινή εφαρμογή της κοινής βούλησης. Αυτή η λογική εξαπλώνεται και στην εξωτερική πολιτική. Οι ιδέες των λαϊκιστικών κομμάτων στη διεθνή πολιτική, είναι συχνά ασαφείς και ετερογενείς, αν μη τι άλλο επειδή ο λαϊκισμός είναι συνδεδεμένος με ανταγωνιστικής πολιτικές ιδεολογίες (από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά). Αυτό που διακρίνει τους περισσότερους λαϊκιστές στην εξωτερική πολιτική είναι το στυλ τους. Πραγματικά, φαίνεται να υπάρχει κάτι ιδιαίτερο στον λαϊκισμό που οδηγεί σε απίθανες διπλωματικές ευθυγραμμίσεις και σε αντιφατικές πολιτικές θέσεις. Το ότι ο Ιταλός Matteo Salvini και ο Ούγγρος Viktor Orban είναι σύμμαχοι παρά τους αντιτιθέμενους στόχους πολιτικής τους σχετικά με το πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων της ΕΕ, είναι ένα παράδειγμα. Ομοίως, στη Γαλλία, οι θέσεις εξωτερικής πολιτικής της Marine Le Pen στην ακροδεξιά και του Jean-Luc Melenchon στην άκρα αριστερά, ευθυγραμμίζονται σε μεγάλο βαθμό. Και στην Πολωνία, το κυβερνών Κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) έχει υιοθετήσει πολιτικές γραμμές που έρχονται σε άμεση αντίθεση με τις παραδοσιακές διπλωματικές θέσεις της χώρας. Η Πολωνία για παράδειγμα, από καιρό είναι ένας από τους λίγους στις Βρυξέλλες που τάσσονται υπέρ της ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ. Αλλά ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας (και του PiS) Witold Waszczykowski δεν δίστασε, στο πλαίσιο μιας διαμάχης για την ιστορική μνήμη με το Κίεβο, να απειλήσει με βέτο μια τέτοια ένταξη, εάν και όταν επρόκειτο να υλοποιηθεί. Ίσως ακόμη πιο περίεργο, με το να ισχυριστεί στο πολωνικό κοινοβούλιο ότι η Αίγυπτος είχε κρυφά πουλήσει τα γαλλικής κατασκευής πολεμικά πλοία Mistral στη Ρωσία έναντι 1 δολαρίου -μια ψευδή πληροφορία την οποία οι Πολωνοί δημοσιογράφοι απέδωσαν σε ιστοσελίδες φιλικές στο Κρεμλίνο- ο πρώην υπουργός Άμυνας, Antoni Macierewicz, λειτούργησε, αν και απρόθυμα, ως όργανο της ρωσικής παραπληροφόρησης. Είτε ως συνειδητές τοποθετήσεις είτε ως πραγματικά σφάλματα, αυτά τα γεγονότα στην εξωτερική πολιτική μπορεί να συνδεθούν με το προκλητικό πολιτικό στυλ του λαϊκισμού. Ακόμη περισσότερο από τα συστημικά κόμματα, οι λαϊκιστές ηγέτες που είναι στην εξουσία φαίνεται να θεωρούν την εξωτερική πολιτική ως τη συνέχιση της εγχώριας πολιτικής με άλλα μέσα. Επειδή θεωρούν τους εαυτούς τους ως τους μοναδικούς γνήσιους εκπροσώπους του λαού, οι λαϊκιστές απορρίπτουν οποιαδήποτε πολιτική αντιπολίτευση ως υποχρεωτικά παράνομη, με επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική. Για παράδειγμα, το να πάρουν την αντίθετη πορεία από ό,τι οι προκάτοχοί τους, φαίνεται ένα βασικό σημείο αναφοράς στον καθορισμό των συντεταγμένων της εξωτερικής τους πολιτικής. Αυτό ίσως υποδεικνύεται καλύτερα από την προφανή εμμονή του Donald Trump στο να ακυρώσει τις διπλωματικές πρωτοβουλίες του Barack Obama. Αυτό σημαίνει επίσης ότι με λαϊκιστική πολιτική ηγεσία, οι εγχώριες πολιτικές διαμάχες είναι πιο πιθανό να έχουν προτεραιότητα έναντι των διπλωματικών ζητημάτων. Η Βαρσοβία όχι μόνο ξεχωρίζει ως το μόνο κράτος-μέλος της ΕΕ που αντιτίθεται στην επανεκλογή του πρώην πρωθυπουργού της Πολωνίας, Donald Tusk, στο τιμόνι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά ο υπουργός της Εξωτερικών, στην πραγματικότητα κατήγγειλε την εκλογή ως χειραγωγούμενη. Αντί να αντιμετωπίσουν μια πολιτική αντιπολίτευση οι λαϊκιστές ηγέτες ισχυρίζονται ότι πολεμούν εχθρούς που επιχειρούν από τις σκιές, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο ότι επειδή εκλέγονται στην εξουσία και γίνονται οι ίδιοι η κυβερνώσα ελίτ της χώρας, κινδυνεύουν να υπονομεύσουν το κεντρικό αντί-συστημικό τους μήνυμα. Για να αποφευχθεί αυτή η αντίφαση, οι λαϊκιστές που είναι στην εξουσία συχνά καταδιώκουν τα μέλη της παλιάς ελίτ, με το πρόσχημα ότι είναι ακόμη ενεργά στο παρασκήνιο. Αυτός ο ισχυρισμός μπορεί στη συνέχεια να επικαλεστεί για να γίνει "εκκαθάριση" στο δημόσιο, όπως έγινε με το υπουργείο Πολιτισμού στην Κροατία. Και αυτό έχει επίσης οδηγήσει τους λαϊκιστές ηγέτες να επιδοθούν σε θεωρίες συνωμοσίας, ακόμη και από κορυφαίες πολιτικές θέσεις. Το καλοκαίρι του 2017, ο πρώην υπουργός Άμυνας, Antoni Macierewicz χαρακτήρισε τις διαμαρτυρίες εναντίον των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησής του στο δικαστικό σύστημα, ως μια εκδήλωση ενός υβριδικού πολέμου που διεξάγεται εναντίον της Πολωνίας. Συνολικά, για να αναφερθούμε στον χαρακτηρισμό του Matteo Salvini, οι λαϊκιστές στην εξουσία δεν έχουν φέρει μια "επανάσταση" στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Η Ουγγαρία δεν έχει θέσει υπό αμφισβήτηση την θέση της στο ΝΑΤΟ. Η Ιταλία δεν έχει ασκήσει βέτο στην ανανέωση των κυρώσεων της ΕΕ έναντι της Ρωσίας. Και η Πολωνία φαίνεται ότι έχει επανέλθει στο είδος της πολιτικής "η Αμερική πρώτα" που ακολούθησε όταν ήταν στο Λευκό Οίκο ο George W. Bush. Αλλά οι λαϊκιστές δεν φαίνεται ότι κινούνται με την κοινή λογική επίσης. Σε αντίθεση με τους εντυπωσιακούς ισχυρισμούς, δεν υιοθετούν απαραιτήτως στάσεις προνοητικές στάσεις στα διεθνή ζητήματα. Ωστόσο η διπλωματία τους συχνά επηρεάζεται αρνητικά από τη ζημιά που προκαλεί η ριζοσπαστική τους προσέγγιση στην εγχώρια πολιτική. Και αυτό είναι πιθανό να έχει και άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην εξωτερική δράση της ΕΕ. Πρώτον, θα μπορούσε να επηρεάσει την ουσία της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. Η ΕΕ σε μεγάλο βαθμό έχει στηρίξει την εξωτερική της πολιτική στην προώθηση των κανόνων και των προτύπων της δημοκρατικής διακυβέρνησης, ιδιαίτερα στη γειτονιά της. Το γεγονός ότι κάποια κράτη-μέλη όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, θέτουν αυτούς τους κανόνες και τα πρότυπα υπό αμφισβήτηση στο εσωτερικό, κινδυνεύει να αποδυναμώσει την νομιμότητα της ΕΕ στην εξαγωγή τους. Πιο συγκεκριμένα, η αξιοποίηση των μεταναστευτικών θεμάτων στην εγχώριες πολιτικές στρατηγικές των λαϊκιστικών κομμάτων, έχει επηρεάσει την κοινή μεταναστευτική πολιτική και πολιτική ασύλου της ΕΕ -ή μάλλον, την απουσία αυτής. Αρκετά κράτη-μέλη έχουν με ευκολία κρυφτεί πίσω από την ασυμβίβαστη στάση του Viktor Orban. Ο αυξανόμενος αριθμός των πρωτευουσών της ΕΕ που ανακοινώνουν ότι δεν θα κυρώσουν το Παγκόσμιο Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών για τη μετανάστευση, είναι το τελευταίο παράδειγμα αυτού του φαινόμενου. Δεύτερον, είναι πιθανό να επηρεάσουν τη διαδικασία εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. Με την προτεραιότητα που δίνεται στην εγχώρια πολιτική και επιδεικνύοντας μια τάση για "αδιαπραγμάτευτη" διπλωματία, καθώς και σε θεωρίες συνωμοσίας, τα κυβερνώντα λαϊκιστικά κόμματα ρισκάρουν να περιπλέξουν ακόμη περισσότερο την οικοδόμηση συμβιβασμού και την αναζήτηση συναίνεσης. Από αυτά εξαρτάται η ικανότητα των κρατών-μελών της ΕΕ να δρουν συλλογικά. Και αυτός ο κίνδυνος θα είναι ακόμη πιο έντονος εάν τα συστημικά κόμματα επιδιώξουν να μιμηθούν τη ρητορική των λαϊκιστών για εκλογικά κέρδη -όπως έκαναν στη μεταναστευτική πολιτική. Εν ολίγοις, οι συνέπειες της ανόδου του λαϊκισμού για την εξωτερική πολιτική της Ευρώπης, δεν θα πρέπει ούτε να υπερεκτιμηθούν ούτε να αγνοηθούν. Είναι ήδη εμφανή σε πολλά κράτη-μέλη και θα μπορούσαν να ενισχυθούν από τα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πηγή: capital.gr

Leave a comment